Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2012

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ : Ο Αλεξάντερ Πέιν αποκλειστικά

Ηταν τελικά ο νικητής για την καλύτερη δραματική ταινία στις Χρυσές Σφαίρες




Γεννημένοςστην Ομάχα της Νεμπράσκα, αλλά με ελληνικές ρίζες, ο Αλεξάντερ Πέιν – τοπραγματικό όνομα του οποίου είναι Αλέξανδρος Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος – δενακολούθησε την επιθυμία των γονιών του να γίνει γιατρός ή δικηγόρος. ΣπούδασεΙστορία και Ισπανική Φιλολογία και έπειτα σκηνοθεσία στο UCLA. Εχονταςσκηνοθετήσει συνολικά πέντε ταινίες μεγάλου μήκους, έγινε ιδιαίτερα γνωστός το2004 με το «Πλαγίως», το οποίο, μεταξύ άλλων, απέσπασε το Οσκαρ καλύτερουσεναρίου και ήταν υποψήφιο για Οσκαρ καλύτερης σκηνοθεσίας, αναδεικνύοντας τονΠέιν σε έναν από τους πιο σημαντικούς σκηνοθέτες του Χόλιγουντ.

Επτά χρόνιαπέρασαν μέχρι την καινούργια ταινία του «Οι απόγονοι»· μια επταετία κατά τηνοποία ο 50χρονος σήμερα Πέιν σκηνοθέτησε μερικές ταινίες μικρού μήκους, ένανπιλότο για τηλεοπτική σειρά και ανέπτυξε μερικά πρότζεκτ που ακόμη δεν έχουνγυριστεί. Διασκευή του ομώνυμου βιβλίου της Κάουι Χαρτ Χέμινγκς, «Οι απόγονοι»διαδραματίζονται στη Χαβάη και αφηγούνται την ιστορία του Ματ Κινγκ (Τζορτζ Κλούνεϊ),πλούσιου δικηγόρου και πατέρα δύο κοριτσιών, ο οποίος αναγκάζεται ναεπανεξετάσει τη ζωή του όταν η γυναίκα του πέφτει σε κώμα, ύστερα από έναθαλάσσιο ατύχημα. Οι ισορροπίες στη ζωή του ανατρέπονται πλήρως όταν επιπλέονμαθαίνει ότι εκείνη τον απατούσε. Ξεκινάει έναν αγώνα για να εντοπίσει και νααντιμετωπίσει τον εραστή της, ενώ παράλληλα καλείται να αποφασίσει αν πρέπει ναπουλήσει τη γη που κληρονόμησε από τους προγόνους του. Η 20χρονη ηθοποιόςΣεϊλίν Γούντλεϊ, που υποδύεται τη μεγάλη κόρη του στο φιλμ και είναι υποψήφιααπόψε για Χρυσή Σφαίρα (όπως άλλωστε ο Κλούνεϊ, ο Πέιν και η ίδια η ταινία),εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από τη συνεργασία της με τον ελληνοαμερικανόσκηνοθέτη, που τον χαρακτηρίζει έναν από τους «πέντε πιο αγαπημένους της ανθρώπους»στη Γη. Η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι ηθοποιοί που έχουν δουλέψει μαζίτου, ανάμεσα στους οποίους και ο Κλούνεϊ, πλέκουν το εγκώμιο του Πέιν για τιςάριστες συνθήκες που δημιουργεί στα γυρίσματα, αφήνοντας τους ηθοποιούς τουελεύθερους να εκφραστούν.
Συναντήσαμετον Πέιν πριν από λίγο καιρό στο πλαίσιο του 55ου Διεθνούς ΦεστιβάλΚινηματογράφου του Λονδίνου, όπου συμμετείχαν οι «Απόγονοι» – για να «ανοίξουν»έπειτα το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Σοβαρός, συγκεντρωμένος, αλλά παράλληλαευγενικός και με μια ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ, μας μίλησε για τησυνεργασία του με τον Κλούνεϊ – που τα προγνωστικά υποδεικνύουν ότι θαδιεκδικήσει το Οσκαρ ανδρικής ερμηνείας –, τη γνώμη του για το σύγχρονοαμερικανικό σινεμά και βεβαίως τη σχέση του με την Ελλάδα.

Μετά το«Πλαγίως» και την τεράστια επιτυχία που γνώρισε η ταινία, αισθανθήκατε κάποιαπίεση ή άγχος σχετικά με το ποιο έπρεπε να είναι το επόμενο βήμα σας;«Οχι, η δουλειά μου δεν μου προκαλείπίεση. Πίεση μου προκάλεσε το γεγονός ότι πήρα διαζύγιο (σ.σ.: το 2006 πήρεδιαζύγιο από τη σύζυγό του, ηθοποιό Σάντρα Οου, που έπαιζε έναν δεύτερο ρόλοστο “Πλαγίως”, ωστόσο έγινε ευρύτερα γνωστή μέσα από τα επεισόδια τηςτηλεοπτικής σειράς «Grey’s Anatomy»). Αλλά όλα αυτά τα χρόνια, ξέρετε, δενήμουν αδρανής. Απλώς, τόσο στη ζωή όσο και στο σινεμά, δεν αισθάνομαι ότι έχωανάγκη να εκφραστώ, εκτός αν πράγματι έχω κάτι να πω».

Η νέαταινία σας έχει ήδη συμμετάσχει σε πολλά φεστιβάλ. Πώς αισθάνεστε για αυτό, υπότην έννοια ότι η ταινία βγαίνει σχετικά αργότερα στους κινηματογράφους; «Νομίζω ότι τα φεστιβάλ έχουνκαταπληκτικούς θεατές, τους πιο επικριτικούς, αλλά και τους πιο γενναιόδωρους.Αγαπώ δε ιδιαίτερα το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, επειδή με έχει στηρίξει από ότανήμουν νέος σκηνοθέτης. Και είναι πάντα μεγάλη χαρά για μένα να επισκέπτομαι τηνΕλλάδα, όπου έχω τις ρίζες μου».

Στιςπερισσότερες ταινίες σας, το μέρος όπου διαδραματίζεται η ιστορία παίζει πολύσημαντικό ρόλο. «Οι απόγονοι» εκτυλίσσονται στη Χαβάη, που δεν αποτελείσυνηθισμένο κινηματογραφικό προορισμό. Ηταν πρόκληση αυτό για εσάς;«Εχοντας συνείδηση του περίπλοκουκοινωνικού ιστού εκεί, σκέφτηκα ότι η ταινία θα ήταν ένα “διαβατήριο” για ναεισέλθω σε αυτή την πολύ μοναδική, ομολογουμένως, κοινωνία. Η βασική ιστορία,πώς δηλαδή ένας άνδρας ανακαλύπτει ότι η ετοιμοθάνατη γυναίκα του τον απατούσεκαι αποφασίζει να αντιμετωπίσει τον εραστή της, θα μπορούσε να διαδραματιστείσε οποιοδήποτε μέρος ή εποχή. Αλλά βρίσκω πολύ ενδιαφέρον ότι λαμβάνει χώρα στηΧαβάη. Ακόμη και αν κάνω ταινίες μυθοπλασίας, έχω πάντα μια ντοκυμαντερίστικηδιάθεση. Ο,τι υπάρχει στο φόντο – τα τοπία στη συγκεκριμένη περίπτωση –,επηρεάζεται απ’ ό,τι υπάρχει στο προσκήνιο και αντίστροφα. Ειδικά στη Χαβάη,είναι πολύ δύσκολο να αγνοήσεις το φόντο. Το συναίσθημα που έχεις εκεί είναιπόσο μεγαλειώδης είναι η φύση και πόσο μικρός είσαι εσύ. Είναι κάτι που σεκάνει να αισθάνεσαι ταπεινός».

Mε ποιοντρόπο, δηλαδή, η Χαβάη και οι συνθήκες ζωής εκεί επηρέασαν την ταινία, τηνιστορία και τους χαρακτήρες; «Ορισμένοι κριτικοί έγραψαν για την ταινία ότι έχει ένα πολύ“χαλαρό” και “απαλό” ύφος. Δεν έχουν άδικο, με την έννοια ότι έτσι είναι ηατμόσφαιρα που επικρατεί στη Χαβάη: επαγγελματικές συμφωνίες κλείνονται σε μπαρδίπλα στη θάλασσα, ενώ οι συμμετέχοντες πίνουν το ποτό τους φορώντας χαβανέζικαπουκάμισα. Τέτοια είναι η καθημερινότητα εκεί. Γι’ αυτό και βρήκα εξαιρετικάενδιαφέρουσα την αντίθεση του πώς σε ένα φαινομενικά τόσο ειδυλλιακό καιεξωτικό περιβάλλον εκτυλίσσεται μια τόσο δραματική ιστορία».

Εκτός απόαυτή την αντίθεση, τι άλλο σάς γοήτευσε στην ιστορία; «Επί της ουσίας, πρόκειται για τηνιστορία ενός 50χρονου άνδρα που αναγκάζεται να ωριμάσει. Το γεγονός ότι ηγυναίκα του τον απατά είναι ο καταλύτης για αυτή την ωρίμανση. Ενας βασικόςλόγος για τον οποίο ήθελα να κάνω αυτή την ταινία είναι επειδή ο Ματ αποφασίζεινα γνωρίσει τον εραστή της γυναίκας του από κοντά και να του δώσει την ευκαιρίανα την αποχαιρετίσει ενώ εκείνη βρίσκεται σε κώμα στο νοσοκομείο. Το ότισυνεχίζει να την αγαπά, ακόμη και αφού μάθει πως εκείνη τον απατούσε, είναικάτι που με συγκινεί. Οι στιγμές που είναι δύσκολο να αγαπάς κάποιον, αυτέςείναι που με ενδιαφέρουν: η αγάπη, όταν είναι δύσκολη».

Πώς ήταννα δουλεύετε με νεαρούς ηθοποιούς; Η Σεϊλίν Γούντλεϊ δεν είχε προηγούμενηεμπειρία στο σινεμά, ενώ η Αμάρα Μίλερ, που υποδύεται τη μικρή κόρη, δεν ήτανκαν ηθοποιός. «Οχαρακτήρας της μικρής κόρης ήταν πολύ μεγαλύτερος στο βιβλίο, αλλά θεωρούσα ότιπολύ πιο σημαντική ήταν η σχέση του Ματ με τη μεγάλη κόρη του. Γι’ αυτό καιέδωσα τεράστιο βάρος στο κάστινγκ για τον ρόλο. Ηθελα μια ηθοποιό με μεγάληεσωτερική δύναμη και πάθος, αλλά και ευάλωτη. Οταν η Σεϊλίν ήρθε για τηνοντισιόν, ήξερα μέσα στα δύο πρώτα λεπτά ότι αυτή θα επέλεγα στο τέλος».

ΣτοΧόλιγουντ είναι όλο και πιο δύσκολο ταινίες που διαπραγματεύονται «δυσάρεστα»θέματα να βρίσκουν χρηματοδότηση. Εσείς συναντήσατε τέτοιες δυσκολίες με τους«Απογόνους»; «Ηαλήθεια είναι ότι οι “Απόγονοι” αποτελούν κατά κάποιον τρόπο εξαίρεση στο πεδίοτου Χόλιγουντ. Αφού διασκεύασα το βιβλίο, έδειξα το σενάριο στο στούντιο καιέκλεισα τον Τζορτζ Κλούνεϊ, με τον οποίο θέλαμε εδώ και πολύ καιρό νασυνεργαστούμε, για τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Είναι καταπληκτικός. Αν πιστεύει σεέναν σκηνοθέτη ή ένα σενάριο, θα αναλάβει τον ρόλο, ακόμη και αν η αμοιβή τουείναι χαμηλότερη απ’ ό,τι συνήθως, όπως έγινε στη συγκεκριμένη περίπτωση. Συχνάμε ρωτούν αν με ανησυχεί το να επιλέξω κάποιον πολύ διάσημο ηθοποιό για ένανρόλο, επειδή το κοινό τον έχει συνδέσει με κάτι συγκεκριμένο και άρα το παίξιμότου μπορεί να μην είναι νατουραλιστικό. Αλλά δεν νομίζω ότι ο ΜαρτσέλοΜαστρογιάνι και η Ζαν Μορό είναι λιγότερο νατουραλιστικοί στη “Νύχτα” τουΑντονιόνι επειδή ήταν μεγάλοι σταρ της εποχής».

Τι ήταναυτό που έκανε για εσάς τον Τζορτζ Κλούνεϊ κατάλληλο για τον χαρακτήρα του ΜατΚινγκ; «Τογεγονός ότι, παρ’ όλο που είναι σταρ, βλέπω σε αυτόν κάτι ανθρώπινο, ένανάνθρωπο σαν όλους τους άλλους. Σε άλλους διάσημους αμερικανούς ηθοποιούς βλέπωαπλώς μια υπέρμετρη φιλοδοξία για επιτυχία. Αλλά ο Τζορτζ δεν διστάζει νατσαλακώσει την εικόνα του, να αυτοσαρκαστεί και να υποδυθεί ρόλους που τηνπροκαλούν. Εχει, νομίζω, χαρακτηριστικά και ιδιότητες που είχε και οΜαστρογιάνι. Είναι και οι δύο ακαταμάχητα γοητευτικοί, αστείοι και έξυπνοι.Αυτό νομίζω είναι το βασικό χαρακτηριστικό των μεγάλων σταρ: το ότι είναι,δείχνουν και παραμένουν ανθρώπινοι».

Ποιαείναι η γνώμη σας για το σύγχρονο mainstream αμερικανικό σινεμά; «Θα μπορούσα να πω πολλά αρνητικάπράγματα, αλλά νομίζω θα ήταν αχαριστία και υποκρισία εκ μέρους μου, διότιείμαι κάποιος που μπορεί να κάνει τις ταινίες του. Αν δεν είχα αυτή τηδυνατότητα, τότε ναι, θα ήμουν απογοητευμένος και θυμωμένος. Οι αμερικανοίσκηνοθέτες έχουν μεγάλη επίδραση στον παγκόσμιο κινηματογραφικό χάρτη. Οιπερισσότεροι, όμως, δεν κάνουν ταινίες καθαρά αμερικανικές, αλλά“καρτουνίστικες”, που μπορούν εύκολα να πουληθούν και να καταναλωθούν παντού.Αλλά εμένα με ενδιαφέρει το εθνικό σινεμά. Οι ελληνικές ταινίες, γιαπαράδειγμα, πρέπει να αφορούν τους Ελληνες, να μιλούν για ελληνικά θέματα καινα δείχνουν ελληνικές. Ενας από τους λόγους για τους οποίους αγαπάμε το σινεμά,ξέρετε, είναι επειδή θέλουμε να βλέπουμε τον εαυτό μας να καθρεφτίζεται σεαυτό. Οσο πιο συγκεκριμένη είναι μια ταινία τόσο περισσότερο παγκόσμια είναιτελικά».

Ωςθεατής, τι είναι αυτό που σας αρέσει στον κινηματογράφο; «Οι ταινίες για εμένα είναι σαν έναμαγικό χαλί που με ταξιδεύει σε μέρη και σε συναισθηματικούς κόσμους πουδιαφορετικά δεν θα είχα γνωρίσει ποτέ. Ενας από τους βασικούς λόγους για τουςοποίους μας αρέσει το σινεμά είναι επειδή μεταφέρει εμπειρίες και διότι μέσααπό αυτό μπορούμε να μεταφερθούμε σε άλλα μέρη, άλλες εποχές και να “ζήσουμε” ήνα δούμε διαφορετικούς τρόπους ζωής».

Ωςσκηνοθέτης, δίνετε μεγαλύτερο βάρος στους διαλόγους και στο σενάριο ή στηνεικόνα; «Ασυζητητίστην εικόνα! Προτού αποφασίσω αν θέλω να πω μια ιστορία ή να διασκευάσω έναβιβλίο, αυτό που αναρωτιέμαι πρώτα είναι αν η συγκεκριμένη ιστορία μπορεί ναειπωθεί με εικόνες, αν είναι κινηματογραφική».

Στους«Απογόνους», είναι πολύ έντονη η παρουσία της μουσικής. Πόσο βάρος δίνετε στημουσική επένδυση των ταινιών σας; «Είμαι πολύ περήφανος για τη μουσική στην ταινία. Είναι ηπρώτη φορά που δεν συνεργάστηκα με κάποιον συνθέτη, αλλά θεώρησα απαραίτητο ναχρησιμοποιήσω μόνο χαβανέζικη μουσική. Μαζί με τους συνεργάτες μου, ακούσαμεατελείωτες ώρες μουσική από τη Χαβάη. Απομονώσαμε τα τραγούδια που μας άρεσανκαι εξετάσαμε αν ταίριαζαν με την ταινία, καθώς και κατά πόσο μπορούσαν ναυποστηρίξουν τόσο την κωμωδία όσο και το δράμα στην ιστορία, το “πάθος” με τηναρχαιοελληνική έννοια της λέξης».

Ενα απότα θέματα της ταινίας είναι και η σχέση των ανθρώπων με τη γη και τηνκληρονομιά τους. Υπάρχει μια συγκεκριμένη σκηνή που ο Ματ εκφράζει τις απόψειςτου, γι’ αυτό και μιλά για την πορεία των προγόνων του. Συμφωνείτε με όσα λέει; «Η σκηνή αυτή με ανησυχούσε. Φοβόμουνότι θα φαινόταν πολύ “χολιγουντιανή”. Αλλά ελπίζω ότι είναι πιστή στονχαρακτήρα του και στο συναισθηματικό ταξίδι που περνάει και ότι οι θεατές δενθα το εισπράξουν τελικά ως κήρυγμα. Σε μια ταινία, το τελευταίο πράγμα που θέλωνα κάνω είναι να περάσω ένα συγκεκριμένο μήνυμα».

Ποιαείναι η δική σας σχέση με την καταγωγή σας; Οι πρόγονοί σας, οι ελληνικές ρίζεςσας έχουν παίξει ρόλο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα σας; «Κοιτάξτε, η πόλη που με έχεικαθορίσει είναι η Ομάχα, όπου γεννήθηκα. Φυσικά, όμως, είμαι επηρεασμένος καιαπό τις ελληνικές ρίζες μου. Είμαι Αμερικανός και οι γονείς μου γεννήθηκαν στηνΑμερική, αλλά οι παππούδες μου προέρχονταν από την Ελλάδα. Και όπως θα ξέρετεκαι εσείς, οι Ελληνες της Αμερικής διατηρούν την ελληνικότητά τους πολύπερισσότερο από ό,τι άλλοι λαοί. Το ότι μεγάλωσα ως Ελληνας δεύτερης γενιάςέχει σίγουρα επηρεάσει το πώς είμαι. Πολλές φορές με ρωτούν στο σπίτι: “Μαείσαι τελικά Αμερικανός ή Ελληνας;”. Είμαι Αμερικανός, αλλά οι ελληνικές ρίζεςμου, η ελληνική κουλτούρα υπάρχουν μέσα μου. Νομίζω είναι πολύ καλό για ένανκαλλιτέχνη, ειδικά για έναν σκηνοθέτη, να έχει πολλαπλές ρίζες. Του επιτρέπεινα είναι συμμετοχικός παρατηρητής των αντιθέσεων γύρω του και να μπορεί ναβλέπει τα πράγματα από διαφορετικές οπτικές. Να ζει τις καταστάσεις, αλλάπαράλληλα να διατηρεί και μια απόσταση από αυτές – κάτι που, τώρα που τοσκέφτομαι, είναι απαραίτητο όχι μόνο στην τέχνη, αλλά και στη ζωή».
* Hσυνέντευξη δημοσιεύθηκε στο BHMagazino στις 15 Ιανουαρίου 2012


Πηγή : tovima.gr
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Κοινωνική Ενημέρωση: Θέσεις εργασίας

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *